Η Καλαμάτα υπήρξε πόλος συγκέντρωσης προσφυγικού πληθυσμού, καθώς αποτελούσε μία πόλη-λιμάνι αλλά και ένα αξιόλογο εμπορικό-βιομηχανικό κέντρο. Αυτά τα χαρακτηριστικά την κατέστησαν, εκτός από τόπο εγκατάστασης, σημαντικό σταθμό προσφυγικών πληθυσμών.

Ο προσφυγικός πληθυσμός της πόλης εκτινάχθηκε μετά τη μικρασιατική καταστροφή. Η πόλη της Καλαμάτας, σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές της εποχής, ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη σε ποσοστό εγκατάστασης προσφύγων (12,4%) στην Πελοπόννησο!

Σύμφωνα με τις επίσημες καταγραφές ο πληθυσμός που τελικά εγκαταστάθηκε στην πόλη ανερχόταν σε 2.200 περίπου άτομα. Από αυτούς, η συντριπτική πλειονότητα (2.090) εγκαταστάθηκε στην πόλη της Καλαμάτας, ενώ ένας μικρός αριθμός διοχετεύτηκε στην παρακείμενη Μεσσήνη. Σύμφωνα με την απογραφή του 1928, σε σύνολο 28.961 κατοίκων, οι 3.587 ήταν πρόσφυγες.

Οι λόγοι που οι πρόσφυγες προτιμήσαν την Καλαμάτα

Η αιτία στην επιλογή της πόλης της Καλάµάτας για την εγκατάσταση των προσφύγων όπως και στις περισσότερες µεγάλες και εµπορικές πόλεις της Ελλάδας ήταν οτι οι ευκαιρίες απασχόλησης ήταν πολύ περισσότερες και ποικίλες απ’ οτι στην ύπαιθρο. Εκτός αυτού, η Καλάµάτα ήταν και µια παραθαλάσσια πόλη που έδινε την ευκαιρία στους µετανάστες να µην αφήσουν τον τρόπο ζωής που είχαν και που ήταν κυρίως µε την ναυτιλία και το ψάρεµα (Αϊβαλί, Κων/πολη κλπ).

Οι προσφυγικοί συνοικισμοί (μαχαλάδες) που δημιουργήθηκαν στην πόλη ήταν συνολικά οκτώ.

Η Αγία Τριάδα, η Πλεύνα, ο Κορδίας, η Φυτεία, ο Αγιος Κωνσταντίνος, ο Νικηταράς, ο συνοικισµός Αναλήψεως (∆. Παραλία) και ο συνοικισµός Αγίου Ιωάννου Ράχης.

Πρόκειται για περιοχές που αναπτύχθηκαν στο µεσοπόλεµο και µετά τον πόλεµο. Οι συνοικισµοί αυτοί παρουσιάζουν όλα τα χαρακτηριστικά της αναξέλεκτης ανάπτυξης, όπως όλες οι περιοχές που κατοικούνται από τάξεις χαµηλού οικονοµικού εισοδήµατος. Εχουµε εποµένως µια κοινωνική και οικονοµική διαφοροποίηση απο το σύνολο της πόλης.

Οι συνοικισμοί αυτοί -ξύλινοι στην αρχή, πέτρινοι στη συνέχεια- στήθηκαν στις παρυφές της πόλης από την ΕΑΠ και από το Υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας, και κάλυπταν µόνο τις βασικές ανάγκες.

Ένας προσφυγικός συνοικισμός που είναι απαράλλαχτος στο χρόνο, βρίσκεται πίσω από την κοσμική Μαρίνα της πόλης.

Ο συνοικισμός αποτελούνταν από κατοικίες σε σχήμα «π» ή «τ», που χτίζονταν με τη λογική της επανάληψης ή της αντιστροφής (mirror). Τα κτίσματα που τον απαρτίζουν είναι απλά, λιτά και συμμετρικά μεταξύ τους. Είναι χαμηλά, έχουν μόνο δυο ορόφους. Οι στέγες είναι φτιαγμένες από κεραμίδια και στηρίζονται πάνω σε ξύλινα υποστηρίγματα.

Τα σπίτια αποτελούνταν από ένα έως τρία δωμάτια και διέθεταν κουζίνα. Δεν υπήρχε ούτε αποχετευτικό σύστημα ούτε θέρμανση, ενώ η ύδρευση γινόταν από «κρήνες» και πηγάδια, αλλά και από τους χαρακτηριστικούς “νερουλάδες”.

Οι προσφυγικοί οικισμοί χτίστηκαν με τέτοιο τρόπο ώστε για πολλά χρόνια χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά ως χώροι κατοικίας. Με το πέρασμα των χρόνων, όμως, αυτό άλλαξε.

Η σημερινή κατάσταση

Σήμερα η ανοικοδόμηση της περιοχής συνεχίζεται, ακολουθώντας τα βασικά χαρακτηριστικά της αρχιτεκτονικής των κτιρίων του συνοικισμού. Όμως κάποια από τα προσφυγικά εκείνης της εποχής βρίσκονται σε κακή κατάσταση, λόγω παλαιότητας, φθοράς των υλικών, αλλά και λόγω του σεισμού. Επειδή η ανακατασκευή και η συντήρησή τους είναι δαπανηρή, πολλά από αυτά έχουν εγκαταλειφθεί.

Όμως, ο προσφυγικός συνοικισμός αποτελεί μια ζωντανή μαρτυρία της ιστορίας του τόπου και των προσφύγων. Είναι ένα σημαντικό κομμάτι της αρχιτεκτονικής παράδοσης και αποτελεί στοιχείο της ταυτότητας της Νέας Φιλαδέλφειας που πρέπει να παραμείνει ζωντανό.

Πληροφορίες και υλικό αντλήθηκαν από τα Γενικά Αρχεία του Κράτους.

Δείτε επίσης:

Ελλαδικό