Ήταν 13 Σεπτεμβρίου 1986 γύρω στις οκτώμισι το βράδυ όταν η Καλαμάτα άλλαξε μια για πάντα. Ζωές χάθηκαν μέσα σε μια και μόνο στιγμή, σπίτια καταστράφηκαν και το πρόσωπο της πόλης δεν θα ήταν ποτέ πια το ίδιο. Η μεσσηνιακή πόλη χτυπήθηκε από ισχυρό σεισμό στις 13 Σεπτεμβρίου και στις 15 από εξίσου ισχυρό μετασεισμό.

Ας δούμε τι μας έχουν πει κάτοικοι της περιοχής τότε, οι οποίοι μοιράστηκαν μαζί μας τις μνήμες τους και τις πρώτες στιγμές του σεισμού…

Δημήτρης Κονταργύρης: Τη στιγμή του σεισμού το κτήριο στο 5ο όροφο όπου βρισκόμασταν ταλαντευόταν περίπου 1,5 μέτρο από τη βάση του. Έτυχε να είμαι μαζί με τον εργολάβο της πολυκατοικίας και με καθησύχασε ότι το κτήριο έχει αντοχή στο σεισμό εξ ου και η μεγάλη ταλάντωση. Μεγάλο μέρος του πληθυσμού φύγαμε από την πόλη και εννοείται άδειασαν όλα τα σπίτια ανεξάρτητα αν είχε το κτίσμα τους ζημιές ή όχι.

Παντού υπήρχε σκόνη. Όλοι έτρεχαν με πανικό προς την παραλία. Στο σημείο που γινόταν τα εγκαίνια της ακτοπλοϊκής γραμμής προς Κρήτη ράγισε η προβλήτα.

Ο στρατός με στρατιωτικά οχήματα REO μοίραζε τρόφιμα και σκηνές και χαρακτηριστικά θυμάμαι και τον ίδιο τον τότε δήμαρχο κ. Μπένο να μοιράζει και αυτός μαζί με τον στρατό.

Ανδρέας Ζαγάκος: Έτριζαν τα δεμένα στις ράγες βαγόνια. Σαν να ήθελαν να ξεκινήσουν ακόμα ένα ταξίδι. Να σταματήσουν να είναι θέαμα σε ολοκαίνουριο υπαίθριο μουσείο. Να νοιώσουν πάλι τη ζωντάνια της κίνησης, του μηχανοδηγού την εξουσία, την αυστηρότητα του ελεγκτή και τα γέλια των παιδιών. Μα ήταν πρόσκαιρη η κίνηση, λίγα δευτερόλεπτα μόνο και μετά…σκοτάδι και σκόνη…και μετά …αγωνία και πόνος…και μετά …όραμα και δουλειά…και μετά…μια καλοντυμένη νέα κοπέλα η πόλη να σεργιανάει πια σ” όλον τον κόσμο. Ήταν μόνο λίγα δευτερόλεπτα, ακριβώς πριν τριανταένα χρόνια σαν σήμερα. Ήταν σούρωπο γύρω στις οκτώμισι. Ήταν στο πάρκο, στα πατίνια. Ήταν τότε…

Σία Κονταργύρη: Αν και ζούσαμε σε χωριό έξω από τους Γαργαλιάνους νιώθαμε ότι θα ανοίξει η γη και πιανόμασταν απ’όπου βρούμε. Αργότερα βλέπαμε να έρχονται κάτοικοι της Καλαμάτας με κατεστραμμένα οχήματα με τους επιβάτες κυριολεκτικά να κάθονται πάνω σε συντρίμμια και σπασμένα τζάμια. Μία από τις μαρτυρίες που μου έκανε εντύπωση ήταν ότι άτομο που ζούσε στο «νησάκι» σε όροφο καινούργιας πολυκατοικίας βγήκε περπατώντας (βρέθηκε στο έδαφος μαζί με το κτήριο!)

Βασιλική Αλεξοπούλου: Αν και ήμουν πολύ μικρή τότε και δεν θυμάμαι πολλά, νομίζω ότι ποτέ δεν θα μπορέσω να ξεχάσω αυτήν την αίσθηση του να «μην έχεις που να πας». Ήταν απόγευμα Σαββάτου, έβλεπα τηλεόραση μαζί με τον αδελφό, ξαφνικά νιώσαμε τη γη να τρέμει κάτω από τα πόδια μας. Μέχρι να βγούμε έξω δεν σταμάτησε να κουνάει. Ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα κάτι τέτοιο. Θυμάμαι ότι είχε διάρκεια και ήταν έντονος. Ο χρόνος απέκτησε μια άλλη διάσταση. Βγήκαμε έξω και το μόνο που επικρατούσε ήταν πανικός. Δεν υπάρχει καταλληλότερη λέξη να το περιγράψει.

Ο κόσμος ήταν στους δρόμους, χαμένος, ψάχνοντας κάτι. Άλλοι τα παιδιά τους, άλλοι τις μανάδες και τα αδέλφια τους και άλλοι απλώς έψαχναν να απαντήσουν στο πιο δύσκολο ερώτημα: γιατί; Όπως είναι γνωστό, δεν κοιμήθηκε κανένας στο σπίτι εκείνη την ημέρα, έτσι και εμείς, θυμάμαι, ότι πήραμε το αμάξι και πήγαμε στην Κεντρική Αγορά στο πλάτωμα. Εγώ με τα τρία μου αδέλφια κοιμηθήκαμε στο αμάξι, ενώ οι γονείς μας απ΄έξω. Το σοκ, βέβαια, ήταν την επόμενη ημέρα, όταν και το φως έδειξε το μέγεθος της καταστροφής. Το σπίτι μας κρίθηκε ακατάλληλο και, έτσι, μας πήραν οι γονείς μας και πήγαμε για κάποιες ημέρες στο χωριό…

Αθανάσιος Κολόζης: Την ώρα του σεισμού, κατευθυνόμουν προς το σπίτι. Ξαφνικά ένιωσα να σείεται η γη κάτω από τα πόδια μου και είδα σπίτια να πέφτουν σχεδόν μπροστά στα μάτια μου. Φτάνοντας βοήθησα τη σύζυγό μου να βγει από το σπίτι- το οποίο βρισκόταν σε άσχημη κατάσταση- ενώ αμέσως ξεκίνησα την προσπάθεια απεγκλωβισμού της μητέρας μου η οποία είχε εγκλωβιστεί στο ασανσέρ μαζί με τον γιό μου και τον ανιψιό μου.

Ήταν τρομακτική εμπειρία γιατί έπρεπε να τραβήξω το συρματόσκοινο του ασανσέρ με τα χέρια μου, μιας και (ακόμα και το τώρα έχω να το θυμάμαι) δεν είχε μηχανική υποστήριξη (τροχαλία) ώστε να μπορέσω να φέρω τον θάλαμο στο σωστό ύψος της πόρτας. Εν τω μεταξύ είχαν καταφθάσει και τα δύο μου αδέρφια που φυσικά με βοήθησαν σε όλο αυτό. Τι πρώτες μέρες αναγκαστήκαμε να κοιμηθούμε στην ύπαιθρο, στο Πάρκο του ΟΣΕ, μέχρι να έχουμε πρόσβαση στις στρατιωτικές σκηνές που πήραμε από το στρατόπεδο και δημιουργήσαμε μία μικρή ενωμένη κοινωνία (περισσότερες από 200 οικογένειες) όπου και μείναμε σχεδόν έναν χρόνο. Ο χειμώνας εκείνος ήταν από τους χειρότερους χειμώνες που έχω δει! Χιόνιζε επί 48 ώρες!

Πάντως ο σεισμός “επέλεξε” να γίνει το βράδυ που εγκαινιαζόταν το πλοίο της γραμμής Καλαμάτα-Κρήτη και γι’αυτόν τον λόγο πολύς κόσμος από περιέργεια βρισκόταν στο λιμάνι, το οποίο αποδείχθηκε και σωτήριο (ίσως τελικά η περιέργεια μερικές φορές τη σώζει τη γάτα). Όπως, επίσης, μεγάλη ανθρωπιστική βοήθεια προήλθε από όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό, ακόμα και ένα πλοίο που παραχώρησε άμεσα τις επόμενες ημέρες ένας εφοπλιστής και φιλοξένησε οικογένειες ενώ ταυτόχρονα πρόσφερε συσσίτιο σε αρκετούς σεισμοπαθείς! Θυμάμαι έντονα πως ένα ολόκληρο χωριό καταστράφηκε ολοσχερώς (αν δεν κάνω λάθος λεγόταν Ελαιοχώρι) Ωστόσο, δεν θα ξεχάσω και τον απεγκλωβισμό ενός μωρού παιδιού στην περιοχή “Νησάκι” το οποίο ανασύρθηκε από τα συντρίμμια ζωντανό!

Γεωργία Μπουφούνου: Ήμουν έγκυος με ένα παιδί ενός έτους στην αγκαλιά μου. Την ώρα του σεισμού βρισκόμασταν όλοι μαζί στο σπίτι. Νιώσαμε τη γη να τρέμει κάτω από τα πόδια μας. Δεν ήξερα πως να αντιδράσω, ποιον να προστατέψω πρώτα. Αυτό που δεν θα ξεχάσω ποτέ είναι τα νεκρά σώματα που κείτονταν στο νεκροταφείο, στοιβαγμένα το ένα δίπλα στο άλλο μέχρι να γίνει η ταφή τους. Αυτή η εικόνα θα μείνει για πάντα χαραγμένη στη μνήμη μου.

Οι μνήμες είναι ακόμη έντονες, όπως προκύπτει, και πως θα μπορούσε να είναι αλλιώς, άλλωστε, όταν μιλάμε για ένα γεγονός που άλλαξε την πόλη και τη ζωή των κατοίκων της!

Οι φωτογραφίες αντλήθηκαν από το διαδίκτυο. Οι παραπάνω δηλώσεις των κατοίκων της Καλαμάτας είναι από το περυσινό άρθρο “Μνήμες κατοίκων 30 χρόνια μετά τους σεισμούς”.

Ελλαδικό