Χθες, Παρασκευή 5 Ιουλίου, πραγματοποιήθηκε με επιτυχία, στο Αμφιθέατρο του Κάστρου της Καλαμάτας, η πρεμιέρα της πολυαναμενόμενης παράστασης «Ελένη», του Ευριπίδη, με πρωταγωνιστές την Πέμυ Ζούνη στο ρόλο της Ελένης και τον Αντώνη Καφετζόπουλο υποδυόμενο το Μενέλαο. Ακολουθούν ακόμα δύο παραστάσεις, σήμερα Σάββατο 6 και αύριο, Κυριακή 7 Ιουλίου, στις 9:30 το βράδυ.
Με αφορμή την παράσταση, που έκανε πρεμιέρα στην Καλαμάτα και θα συνεχίσει με περιοδείες σε όλη την Ελλάδα, μιλήσαμε με τον ηθοποιό Αντώνη Καφετζόπουλο για το αμφιλεγόμενο αυτό έργο, τον ήρωα που θα υποδυθεί, αλλά και την Ελλάδα της κρίσης και τα επαγγελματικά του σχέδια.
Ακολουθεί η συνέντευξη που μας παραχώρησε:
Μετά από μια μεγάλη και επιτυχημένη καριέρα και εμπειρία σαράντα χρόνων μας δίνετε τη δυνατότητα, για πρώτη φορά, να σας δούμε σε ρόλο ενός τραγικού ήρωα. Ποιες οι εμπειρίες που αποκομίσατε ως ηθοποιός από την επαφή σας αυτήν με ένα Αριστοφανικό έργο και τις απαιτήσεις μιας τέτοιας παράστασης;
Τα αρχαία δράματα είναι πολυπρόσωπα. Το συγκεκριμένο έργο που θα παρουσιάσουμε είναι ιδιόρρυθμο, δε θεωρείται ούτε κωμωδία ούτε τραγωδία και έχει αντιμετωπιστεί κατά καιρούς με διάφορους τρόπους. Εμείς κάναμε μια προσπάθεια να τονίσουμε και τις δύο πλευρές. Όσον αφορά στην επαφή μου με το έργο, η διαδικασία που ακολουθεί ένας ηθοποιός είναι πάντα η ίδια, αυτό που προσπαθείς να κάνεις είναι, παίρνοντας ένα κείμενο που είναι απλά λέξεις και φράσεις σε ένα κομμάτι χαρτί, να μπορέσεις να πείσεις το θεατή, έστω και για πολύ μικρά χρονικά διαστήματα, ότι ένα τέτοιο πρόσωπο θα μπορούσε να υπάρχει, γιατί ο θεατής έχει πλήρη επίγνωση ότι δεν υπάρχει, είναι φανταστικό. Οπότε η διαδικασία για έναν ηθοποιό, να προσεγγίσει ένα αρχαίο κείμενο, δεν είναι διαφορετική.
Από την άλλη, όμως, δεν έχουν σημασία απλά τα λόγια. Στο κείμενο της Ελένης, ο Ευριπίδης έχει βάλει αρκετά στοιχεία χαρακτήρα. Ο Μενέλαος, που υποδύομαι, είναι ζηλιάρης, μοχθηρός, μιλιταριστής, καταλήγει σε γελοίους μονολόγους, δεν ασχολείται με συμβολισμούς και παρ’ ότι παρουσιάζεται βραδύνους, σε στρατιωτικά θέματα μπορεί να ανταποκρίνεται αποτελεσματικά, σε σημείο μάλιστα που να θεωρείται και επικίνδυνος. Είναι η κουλτούρα του – το σπαθί μου και εγώ. Όλα αυτά αποτελούν στοιχεία της ψυχοσύνθεσής του, είναι ψυχολογικά στοιχεία και όχι στοιχεία καθαρού λόγου. Από αυτή την άποψη είναι πολύ ενδιαφέρουσα η προσέγγιση ενός ήρωα σε μια αρχαία παράσταση.
Οπότε ας περάσουμε στον ήρωα που ενσαρκώνετε. Ο Μενέλαος αποτελεί μια τραγική φιγούρα, εμφανίζεται γεμάτος αντιθέσεις και προσκολλάται πολλές φορές στο είδωλο, ανίκανος να καταλάβει την πραγματικότητα. Πιστεύετε ότι αυτή είναι μια πραγματικότητα που βιώνουμε όλοι μας;
Ο Μενέλαος έχει πέσει θύμα της συνωμοσίας των θεών και είναι λογικό να έχει πλανηθεί, να νομίζει ότι το είδωλο που έφτιαξαν οι θεοί είναι η πραγματική Ελένη. Γι’ αυτό δεν μπορεί να του ασκήσει κάποιος κριτική, άλλωστε κανένας, σύμφωνα με το έργο, δεν είχε καταλάβει ότι αυτή είναι η πραγματική Ελένη και δε διαφέρει η άποψή τους από αυτήν του Μενέλαου. Παραλληλίζοντας τα μηνύματα του κειμένου με την πραγματικότητα, αντιλαμβανόμαστε ότι πολύ συχνά βρισκόμαστε σε μια κατάσταση όπου παλεύουμε, όπως έγραψε και ο Σεφέρης για το συγκεκριμένο έργο, για την ανύπαρκτη Ελένη, για ένα αδειανό πουκάμισο. Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει πολλές φορές στην πραγματικότητα.
Το πιο ενδιαφέρον στο έργο, όμως, δεν είναι -κατά τη γνώμη μου- το αδειανό πουκάμισο, αλλά η ύπαρξη ενός αγγελιοφόρου, ενός δούλου, ο οποίος βγάζει έναν πολύ θερμό λόγο εναντίον των προκαταλήψεων, των μαντειών και των δεισιδαιμονιών και υπέρ του ορθού λόγου και της ορθής κρίσης. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ο Ευριπίδης εμφανίζει ένα δεύτερο δούλο, στο τέλος του έργου, ο οποίος περιγράφει πώς ο Μενέλαος και η Ελένη σφάξανε τους Αιγύπτιους στρατιώτες και λέει στο βασιλιά της Αιγύπτου ορισμένα διδακτικά λόγια περί ορθής κρίσης και λόγου.
Γιατί πιστεύετε πως ο τραγικός συγγραφέας βάζει δύο αγγελιοφόρους να φέρουν λόγια με τόση μεγάλη σημασία;
Τα μηνύματα αυτά είναι παραγνωρισμένα, δικαίως, από μία άποψη, γιατί δεν τα λένε οι πρωταγωνιστές. Εδώ οι πρωταγωνιστές ασχολούνται με κομπίνες, ίντριγκες – η Ελένη είναι πολύ έξυπνη, ικανή και “καπάτσα”, ο Μενέλαος είναι ικανός σε στρατιωτικά θέματα – αλλά αυτό που πραγματικά ήθελε να πει ο Ευριπίδης το λέει μέσα από τους αγγελιοφόρους. Το αρχαίο δράμα, το οποίο κράτησε μια πολύ μικρή περίοδο, ήταν μια παρένθεση στην Αθηναϊκή κουλτούρα, κράτησε γύρω στον έναν αιώνα η άνθηση του αρχαίου δράματος και τότε η θεατρική συγγραφική τέχνη ήταν στη γέννησή της. Εδώ ο Ευριπίδης πειραματίζεται. Εάν ήταν σύγχρονος συγγραφέας θα ήξερε, πιθανόν, από την πείρα πια, ότι για να περάσεις ένα σημαντικό μήνυμα, πρέπει να το δώσεις σε ένα σημαντικό πρόσωπο μέσα στο έργο. Αλλά σου κάνει εντύπωση, εν πάσει περιπτώσει, ότι ο Ευριπίδης ασκεί μια τρομερή επίθεση εναντίον των μαντείων και των δεισιδαιμονιών μέσω του αγγέλου.
Ο Ευριπίδης διάλεξε αυτήν την παραλλαγή του γνωστού µύθου, ένα έργο που ακροβατεί ανάμεσα στην τραγωδία και την κωμωδία, για να τονίσει τη µαταιότητα των πολέµων. Μιλήστε μας για το μήνυμά του αυτό και για το τι θα κρατήσει ο θεατής με το τέλος της παράστασης.
Το άλλο μήνυμα που προσπαθεί να περάσει ο Ευριπίδης, είναι το αντιπολεμικό, σωστά. Το έργο αναφέρεται στον πόλεμο μεταξύ Τρώων και Ελλήνων και σε αυτό τονίζονται οι ολέθριες συνέπειες του πολέμου, αναγάγοντας την ειρήνη σε υπέρτατο αγαθό. Το μήνυμα αυτό, του Ευριπίδη προς το κοινό του, δεν είναι τυχαίο. Το έργο γράφτηκε εν μέσω και προς τα τέλη του Πελοποννησιακού Πολέμου και θέλησε να εκφράσει, μέσα από αυτό, την απογοήτευσή του γι’ αυτόν τον αλληλοσκοτωμό των Ελλήνων. Στον Πελοποννησιακό Πόλεμο, μετά από καιρό, είχε ξεχαστεί και για ποιο λόγο ακόμα πολεμούσαν, ενώ σημαντικό είναι και το γεγονός ότι σε έναν πόλεμο χάνουν στην ουσία και οι δύο πλευρές, δεν υπάρχουν νικητές. Καμιά φορά ξεχνάμε την αιτία για την οποία ξεκίνησε μια διαμάχη, ενώ τις συνέπειες τις πληρώνουν οι αφανείς.
Εμείς προσπαθούμε, μέσα από το ρόλο του ο καθένας, να αναδείξουμε τα μηνύματα του τραγικού συγγραφέα, αλλά συνολικά το τι αποκομίζει, κάθε φορά, ένας θεατής είναι μια μεγάλη έκπληξη.
Όλοι σήμερα μιλάνε για την Ελλάδα της κρίσης. Τι θα συμβουλεύατε τα νέα παιδιά, ώστε να αντιμετωπίσουν αυτή τη νέα πραγματικότητα; Πολλοί νέοι –μορφωμένοι και με σπουδαίες ικανότητες- αναζητούν στο εξωτερικό επαγγελματική αποκατάσταση. Ποια η γνώμη σας;
Η αναζήτηση δουλειάς στο εξωτερικό αποτελεί φυσικό φαινόμενο – σε περιόδους που οι πόροι λιγοστεύουν, οι άνθρωποι μετακινούνται. Είναι ο ίδιος λόγος για τον οποίο έχουμε μετανάστες στην Ελλάδα, δεν έρχονται για τουρισμό, αλλά για καλύτερες συνθήκες ζωής. Ο καθένας για να αντιμετωπίσει την κατάσταση την οποία βιώνει, κάνει ορισμένες επιλογές και αυτό είναι θεμιτό. Και πιστεύω πως υπάρχει περιθώριο να κάνει ο καθένας δημιουργικά πράγματα. Ξέρω πως το κράτος και οι γραφειοκρατίες είναι τρομακτικό εμπόδιο, αλλά αξίζει να το παλεύει κανείς. Πολύ σημαντικό, επίσης, είναι να έχει εξωστρέφεια, να έχει επαφή με τους ξένους, ακόμα και αν επιλέξει να μείνει εδώ.
Είστε φανατικός φίλος της επιστήμης. Δραστηριοποιήστε σε αυτό τον τομέα αυτή την περίοδο; Ποια είναι τα επαγγελματικά σας σχέδια ως ηθοποιός;
Προς το παρόν έχουν προγραμματιστεί πολλές παραστάσεις σε όλη την Ελλάδα. Μιλάω για κάποιες δουλειές και για το χειμώνα, αλλά δεν μπορώ να σας πω αυτή την στιγμή κάτι συγκεκριμένο. Αναφορικά με την ενασχόληση μου με την επιστήμη, συζητάμε με το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και μερικούς νέους επιστήμονες που ενδιαφέρονται για την Επικοινωνία της Επιστήμης, για τη διοργάνωση ενός Φεστιβάλ Επιστήμης στην Αθήνα, σε μια προσπάθεια αυτό να γίνει θεσμός, όπως σε πόλεις του εξωτερικού.
Λίγα λόγια για τον Αντώνη Καφετζόπουλο:
Ο Αντώνης Καφετζόπουλος είναι Έλληνας ηθοποιός. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 13 Οκτωβρίου 1951 και τελείωσε το δημοτικό στο Ζωγράφειο, ενώ το 1964 ήρθε πρόσφυγας στην Αθήνα και φοίτησε στο 8ο Γυμνάσιο Αρρένων. Η καταγωγή της οικογένειάς του είναι από τη Βουχωρίνα Βοΐου του νομού Κοζάνης.
Το 1969 εισήχθη στο Οικονομικό και Πολιτικό τμήμα της Νομικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, αλλά εγκατέλειψε τις σπουδές του το 1971. Εργάστηκε ως στέλεχος δισκογραφικής εταιρίας και ως ηχολήπτης μουσικής, ενώ παράλληλα σπούδασε υποκριτική.
Η πρώτη του επαγγελματική εμφάνιση στο θέατρο ήταν κοντά στην Έλλη Λαμπέτη και στο έργο “Φιλουμένα Μαρτουράνο”, ενώ στην τηλεόραση έγινε γνωστός από την”Αστροφεγγιά” και “Το μινόρε της αυγής” και την “Παραγγελιά” στον κινηματογράφο. Έχει εργαστεί ως ηθοποιός, σκηνοθέτης και σεναριογράφος και έχει διδάξει σε σεμινάρια υποκριτικής και σεναρίου.
Στις 15 Αυγούστου 2009 τιμήθηκε με το Βραβείο Ανδρικής Ερμηνείας στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Λοκάρνο, μια σημαντική διάκριση για τον ελληνόφωνο κινηματογράφο. Το Σεπτέμβριο του 2011 η ερμηνεία του στην ταινία «Άδικος Κόσμος» απέσπασε το «Ασημένιο Κοχύλι Καλύτερης Ανδρικής Ερμηνείας» στο Διεθνές Φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν.
Ο Αντώνης Καφετζόπουλος είναι φανατικός φίλος της επιστήμης και το διάστημα 2004-2005 παρουσίασε την εκπομπή “Εύρηκα” στο Mega Channel, μαζί με το Γιώργο Ζαρκαδάκη, ενώ από το 2007 συμμετέχει στην κριτική επιτροπή του διαγωνισμού Famelab για την επικοινωνία της επιστήμης. Το 2007 σκηνοθέτησε το θεατρικό έργο του Απόστολου Δοξιάδη με τίτλο “17η νύχτα” και θέμα το Θεώρημα της μη πληρότητας του Γκέντελ.
Στις ευρωεκλογές του 2009 ήταν υποψήφιος με τους Οικολόγους Πράσινους. Είναι παντρεμένος με την ηθοποιό Φαίη Κοκκινοπούλου και έχει δύο γιους.